- ζαβολιά
- ηδόλια παράβαση των κανόνων του παιχνιδιού: Δεν τον παίζουν, γιατί κάνει ζαβολιές.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ζαβολιά — η 1. παράβαση τών όρων τού παιχνιδιού, κλέψιμο στο παιχνίδι, απάτη, ξεγέλασμα 2. φρ. «τρεις κι η ζαβολιά» λέγεται από τα παιδιά για δήλωση ότι δεν θα γίνει ανεκτός αυτός που θα κάνει κατά τη διάρκεια τού παιχνιδιού για τρίτη φορά την ίδια… … Dictionary of Greek
Nikolas Asimos — Nikolaos Asimopoulos Born August 20, 1949(1949 08 20) Died March 17, 1988(1988 03 17) (aged 38) Nationality Greek Other names Nikos Asimos … Wikipedia
αλεπουδιά — η 1. πανουργία, πονηριά, δολιότητα 2. πράξη που γίνεται με πανουργία, κατεργαριά, ζαβολιά 3. τόπος όπου συχνάζουν αλεπούδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλεπού (θ. του πληθ. αλεπούδες)] … Dictionary of Greek
διαβολιά — η 1. πανουργία 2. (για παιδιά) ζωηρότητα, εξυπνάδα 3. πράξη πονηρή, διαβολική, που τείνει να εξαπατήσει τον άλλον, ζαβολιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. διαβολία < διάβολος] … Dictionary of Greek
ζαβολιάρης — άρα και άρισσα, ικο [ζαβολιά] 1. αυτός που κάνει ζαβολιές στο παιχνίδι και προσπαθεί να κερδίσει αντικανονικά και με απάτη 2. ο δύστροπος ή κακόπιστος στις συναλλαγές … Dictionary of Greek
παραβολιά — η [παράβολος] χρήση ανέντιμων ή πονηρών μέσων σε βάρος κάποιου, ζαβολιά … Dictionary of Greek
διαβολιά — η 1. ιδιότροπη κακία και πονηριά. 2. αταξία, ζαβολιά: Χρησιμοποιεί διαβολιές για να κερδίζει στα παιχνίδια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)